Δευτέρα, Μαρτίου 30, 2009

Ανταγωγή περί μη εφαρμογής Νόμου περί Τύπου σε blog


Στην υπόθεση της αγωγής αποζημίωσης που έχει ασκήσει Νομάρχης εναντίον blogger πρώην υπαλλήλου του, νομική βάση του αιτήματος αποτελεί ο νόμος περί τύπου. Σύμφωνα με αυτόν, το ελάχιστο ποσό αποζημίωσης για προσβολή προσωπικότητας ορίζεται στις:

- 30.000 ευρώ για ημερήσιες εφημερίδες Αθηνών και Θεσσαλονίκης καθώς και για τα περιοδικά που κυκλοφορούν μέσω των πρακτορείων εφημερίδων, 

- 6.000 ευρώ για τις άλλες εφημερίδες και περιοδικά, 

- 300.000 ευρώ για τηλεοπτικές εκπομπές σταθμών εθνικής εμβέλειας, 

- 90.000 ευρώ για σταθμούς τοπικής περιφερειακής εμβέλειας, 

- 150.000 ευρώ για ραδιοφωνικούς σταθμούς με δικτύωση σε περισσότερους νομούς, και 

- 60.000 ευρώ για ραδιοφωνικούς σταθμούς που δεν διαθέτουν δικτύωση.

Πρόκειται για τον Ν.2328/1995, ο οποίος οδήγησε την χώρα σε καταδίκη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Λιοναράκης κατά Ελλάδας.Το Δικαστήριο έκρινε ότι παραβιάστηκε η ελευθερία της έκφρασης και επιδίκασε στον προσφεύγοντα περίπου 50.000 ευρώ που εκλήθη να καταβάλει η Ελληνική Δημοκρατία. 

Ο Νομάρχης ζητά με την αγωγή του να του καταβληθεί το ποσό των 150.000, ζητώντας δηλ. αναλογική εφαρμογή του νόμου, παραλληλίζοντας προφανώς τo blog με "ραδιοφωνικό σταθμό με δικτύωση σε περισσότερους νομούς".

Ο μάρτυρας Στέλιος Κούλογλου έχει ήδη καταθέσει στην υπόθεση αυτή ότι "είναι εκτός πραγματικότητας να εφαρμοστεί ο Νόμος Περί Τύπου και στα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης, όπως ζητάει ο κ. *** με την αγωγή του. Ο Νόμος περί τύπου ψηφίστηκε σε άλλες εποχές και αφορά τα μέσα ενημέρωσης που υπήρχαν κατά το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1990. Το Διαδίκτυο λειτουργεί με άλλους όρους και ιδίως στα blogs δεν μπορεί να γίνει λόγος για minimum αποζημιώσεων εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, δεδομένου ότι μιλάμε για την δημοσιογραφία των πολιτών και όχι την δημοσιογραφία των μεγάλων εκδοτικών συγκροτημάτων."

Ο blogger κατέθεσε σήμερα Προτάσεις - Ανταγωγή στην οποία εκθέτει ότι η εν λόγω αγωγή αποσκοπεί στην φίμωση και την τρομοκράτησή του με την ψυχολογική και οικονομική του εξόντωση, ζητώντας εύλογη αποζημίωση 12.000 ευρώ από τον Νομάρχη. Η δίκη έχει προσδιοριστεί στις 8 Απριλίου 2009.

Υπενθυμίζεται ότι στην υπόθεση  Κατράμη κατά Ελλάδας, η χώρα υποχρεώθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να καταβάλλει στην δημοσιογράφο 10.000 ευρώ επειδή είχε καταδικαστεί λόγω του ότι αποκάλεσε σε άρθρο της "επίορκο" και "καραγκιόζη" έναν ανακριτή που είχε χειριστεί εσφαλμένα υπόθεση τροχαίου της αδελφής της. Η καταδίκη αυτή κρίθηκε ότι συνιστά παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης της δημοσιογράφου εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Οι νομικές υπηρεσίες κοινωνίας της πληροφορίας Data&Protection δραστηριοποιούνται στους τομείς της πνευματικής ιδιοκτησίας, προστασίας προσωπικών δεδομένων, πρόσβασης σε έγγραφα και ελευθερίας της έκφρασης. 

Κυριακή, Μαρτίου 29, 2009

Νόμιμος ο χαρακτηρισμός "επίορκου" και "καραγκιόζη" για δικαστικό λειτουργό

Σύμφωνα με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Κατράμη κατά Ελλάδας (2007), οι χαρακτηρισμόί ενός ανακριτή ως "επίορκου" και "καραγκιόζη" μπορεί να είναι υπερβολικοί, αλλά αποτελούν θεμιτές αξιολογικές κρίσεις, ενόψει του ιδιαίτερου ρόλου του Τύπου ως watchdog της δημόσιας ζωής. 

Η δημοσιογράφος χαρακτήρισε σε ένα άρθρο της ως "επίορκο" και "καραγκιόζη" έναν ανακριτή, για τις πλημμέλειές του στην σχετική έρευνα που αφορούσε τροχαίο της αδελφής της. Ο ανακριτής έκανε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση κατά της δημοσιογράφου και το ελληνικό δικαστήριο την καταδίκασε σε 20 μήνες φυλάκιση. Στο εφετείο, η δημοσιογράφος είπε ότι τα πραγματικά περιστατικά που ανέφερε ήταν αληθή, ενώ οι χαρακτηρισμοί "επίορκος" και "καραγκιόζης" ήταν αξιολογικές κρίσεις. Το εφετείο την καταδίκασε. Στη συνέχεια προσέφυγε στον Άρειο Πάγο, ο οποίος ξανάστειλε την απόφαση στο εφετείο ως μη επαρκώς αιτιολογημένη. Το εφετείο αναγνώρισε ότι τα περιστατικά που ανέφερε στο άρθρο δεν ήταν ψευδή, αλλά οι όροι "επίορκος" και "καραγκιόζης" αποτελούσαν προσβολή της προσωπικότητας του ανακριτή. Η δημοσιογράφος προσέφυγε και πάλι στον Άρειο Πάγο, ο οποίος απέρριψε την αίτησή της και στη συνέχεια προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 

Το ΕΔΔΑ αναφέρει στην απόφασή του:

"το ∆ικαστήριο φρονεί ότι οι εκφράσεις «επίορκος» και «καραγκιόζης» είναι, µάλλον, αξιολογικές κρίσεις, οι οποίες δεν επιδέχονται  απόδειξη και δεν εµπίπτουν στην κατηγορία γεγονότων δυναµένων να αποδειχθούν. Στο σηµείο αυτό, το ∆ικαστήριο σηµειώνει ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν προέβησαν στον διαχωρισµό µεταξύ «πραγµατικών γεγονότων» και «αξιολογικών κρίσεων», αλλά εξήτασαν µόνον εάν οι χρησιµοποιηθείσες από την προσφεύγουσα εκφράσεις  ήταν ικανές να προσβάλουν  την τιµή και την υπόληψη του µηνυτή. Ειδικότερα, µε  την απόφαση 7092/2004, το Εφετείο Αθηνών ανεγνώρισε µεν ότι τα αναφερόµενα  στο εν λόγω δηµοσίευµα γεγονότα, στα οποία βασίσθηκαν οι επίµαχες εκφράσεις, δεν ήταν ψευδή και δεν συνιστούσαν συκοφαντική δυσφήµιση. Αφ’ ετέρου, το Εφετείο έκρινε ότι οι εκφράσεις «επίορκος» και «καραγκιόζης» ήταν άκρως προσβλητικές και εκδήλωναν περιφρόνηση και αµφισβήτηση της ηθικής, κοινωνικής και επαγγελµατικής αξίας του µηνυτή, για να καταλήξει ότι στόχος της προσφευγούσης  ήταν να προσβάλει την τιµή και την υπόληψη του ενάγοντος, στόχος ο οποίος επετεύχθη. Ωστόσο, ένα τέτοιο σκεπτικό, το οποίο επεκύρωσε, στη συνέχεια, ο Άρειος Πάγος, αποσυνδέει πλήρως τον προδήλως υπερβολικό τόνο των επιδίκων εκφράσεων από το πλαίσιο της υποθέσεως, δηλαδή από τα αληθή γεγονότα τα οποία αναφέρονταν στο δηµοσίευµα και έθεταν υπό αµφισβήτηση την ηθική και τις επαγγελµατικές ικανότητες του µηνυτή.

Τελικά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα παραβίασε το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης της δημοσιογράφου και καταδίκασε την χώρα να της καταβάλλει αποζημίωση 7.000 ευρώ και κάλυψη δικαστικών εξόδων άλλα 3.000 ευρώ. 

 


Το δικαίωμα κριτικής πολιτικών σχετικά με την νομιμότητα των πράξεών τους


Σύμφωνα με την απόφαση 48/2007 του Εφετείου Αιγαίου, πολιτικό πρόσωπο εκμίσθωνε οικογενειακό του ακίνητο που πολεοδομικά είχε άδεια χρήσης ως κατοικία σε επιχείρηση μοτοποδηλάτων και στη συνέχεια σε καφέ-σνακ-μπαρ. Η πολεοδομία σε μεταγενέστερο χρόνο εξέδωσε άδεια για χρήση καφέ-σνακ-μπαρ. Οι παρανομίες αναφέρθηκαν σε αθηναϊκή εφημερίδα και στη συνέχεια σε τοπική εφημερίδα. Το πολιτικό πρόσωπο στράφηκε με αγωγή εναντίον της τοπικής εφημερίδας, αλλά τελικά το Εφετείο έκρινε ότι ο δημοσιογράφος, έχοντας κάνει τη δική του έρευνα και διαθέτοντας στοιχεία, είχε το δικαίωμα να προβεί στα σχετικά δημοσιεύματα.

Συγκεκριμένα, δημοσιεύθηκε άρθρο με τίτλο "Πρώτα θέμα μέγα θέμα", υπότιτλο "ζητούν παρέμβαση εισαγγελέα" και στο κείμενο μεταξύ άλλων αναφέρονταν τα εξής: "Παγωμένος έχει μείνει από την Κυριακή ο πολιτικός κόσμος της *** . Δημοσίευμα της Κυριακάτικης εφημερίδας *** καταλογίζει στον *** εκμετάλλευση της κομματικής του ιδιότητας, προκειμένου να λάβει πιστοποίηση για αλλαγή χρήσης σε ακίνητό του από το πολεοδομικό γραφείο ***, την οποία και έλαβε". Στη συνέχεια, η εφημερίδα αναπαρήγαγε αυτολεξεί το άρθρο της αθηναϊκής εφημερίδας, το οποίο αναφέρει μεταξύ άλλων "Η εξουσία ξυπνάει αναμφίβολα τον αδηφάγο που κρύβεται μέσα μας, αλλά θέλει και στυλ, ρέγουλο, μία κάποια προσοχή *** το οίκημα αγοράστηκε από τον *** , τοπικό κομματάρχη της *** και μέλος της *** Κυκλάδων. Στις 6.4.2005 η σύζυγος του *** νοικιάζει το ισόγειο του κτιρίου στον κ.*** για "καφετέρια - σνακ - μπαρ". Και ω του θαύματος, είκοσι ημέρες αργότερα η Πολεοδομία δίδει την άδεια να λειτουργήσει το κτίριο ως "καφετέρια - σνακ μπαρ". Κι όμως, όλα θα έβαιναν ... καλώς για τον *** εάν δεν υπήρχαν αντιδράσεις ακόμη και μέσα από την *** και εάν το ποινική μητρώο του κ. *** ήταν λευκό που δεν ήταν., Τώρα στην *** όλοι ψάχνονται και τα ερωτήματα είναι αδυσώπητα, αλλά απαντήσει δεν δίνονται ***". Το συγκεκριμένο δημοσίευμα καταλήγει με σχόλιο του ίδιου του εναγόμενου "Για το θέμα είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει συνέχεια, τόσο σε πολιτικό επίπεδο, αλλά κυρίως με νομικές διαδικασίες, αφού οι καταγγέλλοντες διαρρέουν ότι ήδη βρίσκονται σε διαδικασία ενημέρωσης του εισαγγελέα."

Το Δικαστήριο αναφέρει για το συγκεκριμένο δημοσίευμα και τον συντάκτη οτι "αυτός κατά βάση αναδημοσιεύει ως ειδήσεις και πληροφορίες τα καταγγελόμενα σε βάρος του *** από την εφημερίδα "***", στο με ημερομηνία ... φύλλο αυτής, επακριβώς και χωρίς ουδεμία παραποίηση, είτε δηλαδή αυτά αφορούν γεγονότα είτε ακόμη και κατηγορικούς χαρακτηρισμούς (βλ. "αδηφάγος"), στα πλαίσια της εκπληρώσεως της κοινωνικής αποστολής του τύπου (άρθρα 14 παρ. 1-2 του Συντάγματος και 10 παρ. 1 εδ. α `-β της ΕΣΔΑ), για τη δημοσίευση και την προβολή άρθρων και σχολίων για ένα ζήτημα μείζονος ενδιαφέροντος για απροσδιόριστο, πλην όμως μεγάλο αριθμό κατοίκων της ... και συγκεκριμένα τους εξ αυτών ιδιοκτήτες ακινήτων που βρίσκονται υπό παρόμοιο πολεοδομικό καθεστώς, με εκείνο της συζύγου του ενάγοντος, όσον και κυρίως για συμπεριφορές και πρακτικές αυτού του ιδίου, οι οποίες εν όψει της προπαρατιθέμενης πολιτικής και κομματικής του ιδιότητας, ενδιέφεραν το αναγνωστικό κοινό της ..., ωθούμενος από το καθήκον ενημερώσεως και κατατοπισμού της κοινής γνώμης. [...] πριν συντάξει και καταχωρήσει στην εφημερίδα του το παραπάνω αρθρογράφημα, προέβη σε ενδελεχή έρευνα της υποθέσεως, απευθυνόμενος στο Δήμο ... και στο AT ..., από όπου πληροφορείται για τη σφράγιση των καταστημάτων του ισογείου ορόφου του υπόψη κτιρίου, λόγω της παράνομης λειτουργίας τους, ως χώρων ασκήσεως εμπορικών πράξεων. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα, με τους αντίστοιχους λόγους της υπό κρίση εφέσεως βλαπτικές της τιμής και της υπόληψης και συνάμα και προσβλητικές της προσωπικότητας, ακόμα δε και της πίστης και του μέλλοντος του ενάγοντος. Η εν λόγω παραδοχή προσεπικυρώνεται και από το γεγονός ότι ο εναγόμενος στην 5η σελίδα του παραπάνω φύλλου της εφημερίδας του, έχει καταχωρήσει παραπλεύρως του άρθρου και σε ισομεγέθη στήλη, διεξοδική δήλωση-απάντηση του ενάγοντος με ημερομηνία ..., στο προαναφερόμενο δημοσίευμα της εφημερίδας ..., όπως άλλωστε έχει ενημερώσει με τρόπο εμφαντικό στην 1η σελίδα της εφημερίδας του, δίνοντας του έτσι τη δυνατότητα ενός ισότιμου και πλήρους αντίλογου, για την ακριβοδίκαιη πληροφόρηση των συμπολιτών του.
Επιπλέον, ο συντάκτης πριν συντάξει και καταχωρήσει στην εφημερίδα του το παραπάνω αρθρογράφημα προέβη σε ενδελεχή έρευνα της υποθέσεως, απευθυνόμενος στο Δήμο *** και στο ΑΤ ***, από όπου πληροφορείται για τη σφράγιση των καταστημάτων του ισογείου ορόδφου του υπόψη κτιρίου, λόγω της παράνομης λειτουργίας τους, ως χώρων ασκήσεως εμπορικών πράξεων. Συνεπώς,τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα, με τους αντίστοιχους λόγους της υπό κρίση εφέσεώς του τυγχάνουν αβάσιμα."

Στη συνέχεια ακολούθησε η δημοσίευση μιας επιστολής για την υπόθεση. Με τίτλο "Μαρτυρία Σοκ Εναντίον ***" παρατίθεται όλη η επιστολή, μεταξύ των οποίων αναφέρει και τα εξής: "κ. Διευθυντά. Σας απευθύνω την παρούσα επιστολή, ύστερα από δημοσιεύματα που έλαβαν χώρα στον τοπικό και Αθηναϊκό τύπο, αλλά και ύστερα από πολλά σχόλια που ακούγονται στην κοινωνία της ..., σχετικά με την υπόθεση της ανάκλησης άδειας λειτουργίας καταστήματος της ιδιοκτησίας της συζύγου του Προέδρου της Τοπικής Οργάνωσης ..., καθώς και την δήθεν ανάμιξη μου στην εξέλιξη αυτή. Τα αληθή στοιχεία έχουν ως εξής: [...]" Ο συντάκτης του άρθρου συνοδεύει την επιστολή και με τα δικά του συμπεράσματα, αναφέροντας: "Το μέγιστο όμως για τον ... από την επιστολή Ε.Σ. είναι το εξής: Μόλις ένα μήνα μετά τη νίκη ... στις εκλογές του ..., ο Πρόεδρος της τοπικής επιτροπής ... εμφανίζεται να έχει ως πρώτο στόχο την εκμετάλλευση της ιδιότητας του, με σκοπό τον προσωπικό πλούτο. Τα όσα αποκαλύπτει η επιστολή Ε.Σ. και εφόσον ισχύουν, αποτελούν πρωτοφανές σκάνδαλο τόσο σε τοπικό όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο".

Για αυτό το δημοσίευμα το Δικαστήριο αναφέρει ότι ο συντάκτης"υπηρετώντας το συνταγματικά κατοχυρωμένο καθήκον της έγκαιρης και αυθεντικής πληροφόρησης της κοινής γνώμης, παραθέτει αυτούσια την προς αυτόν απευθυνόμενη επιστολή του Ε.Σ., με την οποία ευθέως αποδίδεται και μάλιστα τεκμηριωμένα, κατά τις απόψεις του εν λόγω συντάκτη της, ιδιόβουλο κίνητρο  στον ενάγοντα για την παράνομη αλλαγή της χρήσεως του ισογείου ορόφου του προπεριγραφομένου ακινήτου της συζύγου του, με την εκμετάλλευση της ιδιότητας του, ως προέδρου της τοπικής οργανώσεως του κόμματος ... και μάλιστα με  εγγυημένη και προεξοφλημένη την απόλυτη επιτυχία του εγχειρήματος, εν όψει του ευνοϊκού για τη σύζυγο του, αποτελέσματος, το οποίο με τις τότε συνθήκες και την εν γένει κατάσταση που είχε διαμορφωθεί (αναφορικά με τη χρήση του ακινήτου), ήταν αδύνατο, όχι μόνον κατά τις απόψεις του Ε.Σ., αλλά και τρίτων, ιδιωτών, όπως του Δ.Κ., αλλά και το σπουδαιότερο της δημοτικής και της αστυνομικής Αρχής... Συγχρόνως αυτός, με βάση την εύλογη και αναμενόμενη από τα συμφραζόμενα της επιστολής Ε.Σ., ερμηνεία των κρίσιμων γεγονόχων και ειδήσεων, συμπεραίνει για την προαναφερόμενη, όχι πρέπουσα και επιβεβλημένη συμμετοχή του ενάγοντος, κατά τη διαδικασία της λήψεως της επίμαχης άδειας αλλαγής χρήσεως του ακινήτου της συζύγου του τελευταίου, χωρίς όμως και να υιοθεχεί τις απόψεις και τους συλλογισμούς του επιστολογράφου, καθώς επίσης και τους επίσης αναγραφόμενους χαρακτηρισμούς του αναφερόντος Ε.Σ., τους οποίους μάλιστα έμμεσα αμφισβητεί και δεν ενστερνίζεται ο ίδιος (αυτός). Τούτο εκ του ασφαλούς προκύπτει, από το ενδοιαστικό ύφος των παραπάνω συμπερασμάτων και γνωμών χου εναγόμενου, που αναφέρονται στο πρόσωπο του ενάγοντος και ιδίως από την εξακολουθητική χρησιμοποίηση των λέξεων και φράσεων "εμφανίζεται", "φέρεται", "η καχηγορία που του αποδίδει η επιστολή", "η επιστολή Ε.Σ. επιβεβαιώνει" και ιδίως η κατακλείδα των προσωπικών σκέψεων του εναγόμενου, περί του ότι, "τα όσα αποκαλύπτει η επιστολή Ε.Σ. και εφόσον ισχύουν", δηλαδή διατυπώσεις οι οποίες σε σχέση προς το γεγονός της εκμεταλλεύσεως από τον ενάγοντα της συγκεκριμένης ιδιότητάς του, για την επίτευξη του παραπάνω αποτελέσματος, δηλαδή ως προς το πυρηνικό, κομβικό και ενδιαφέρον αυτό ζήτημα, που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, δεν οδηγούν σε αναμφίβολο πόρισμα. Η αναφορά μάλιστα στις λοιπές εκφράσεις, για την "εκμετάλλευση της ιδιότητάς του (ενάγοντος) με σκοπό τον προσωπικό πλούτο", "πρωτοφανές σκάνδαλο, τόσο σε τοπικό, όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο", "αποκαλύψεις τραγικών διαστάσεων", "κατηγορείται (ο ενάγων) για αλαζονεία", που διατυπώνονται μάλιστα εκ μέρους του ως άνω τρίτου και μη διαδίκου προσώπου (ήχοι του Ε.Σ.), αφενός μεν δεν μπορεί να αποδοθεί όχι προήλθε (αυτή δηλαδή η αναφορά) στον εναγόμενο αφετέρου δε μόνη αυτή (η διηγηματικώς και μόνο γενομένη αναφορά) αποτελούν σε κάθε περίπτωση θεμιτό, στα πλαίσια του δημοσιογραφικού του ιδίου του εναγομένου καθήκοντος, σχολιασμό της επιστολής Ε.Σ., που αποβλέπει στην πληροφόρηση, ενημέρωση και κατατόπιση του κοινού και ο οποίος είναι δυνατόν να πραγματωθεί ακόμη και με οξεία κριτική και δυσμενείς ωσαύτως χαρακτηρισμούς σε βάρος του ενδιαφέροντος, κατά τα προαναφερόμενα, το κοινωνικό σύνολο προσώπου του ενάγοντος.  Συνεπώς και χωρίς να στοιχειοθετείται περίπτωση συκοφαντικής δυσφημήσεως του ενάγοντος, με την αναφορά των παραπάνω γεγονότων και ειδήσεων στο κρινόμενο δημοσίευμα της εφημερίδας του εναγόμενου, εν όψει του ότι δεν προκύπτει η αναλήθεια τούτων, ειδικότερα ως προς το κυρίως βλαπτικό για την προσωπικότητα του ενάγοντος, περιστατικό "της ιδιόβουλης και ιδιοτελούς δηλαδή" εκμεταλλεύσεως της κομματικής του ιδιότητας και της από το λόγο τούτο υποτιθέμενης εξυπηρετήσεώς του, για την εμπορική αξιοποίηση του ακινήτου της συζύγου του, οδηγεί στο τελικό συμπέρασμα περί του ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση από πράγματι δικαιολογημένο ενδιαφέρον, ο εναγόμενος προέβη στην ανακοίνωση και την εν γένει μετάδοση τούτων και μάλιστα χωρίς να υπερβαίνει  το από τις περιστάσεις επιβαλλόμενο αντικειμενικώς αναγκαίο μέτρο, ώστε κατ` εφαρμογή της 367 παρ. 1 περ. δ` ΠΚ, να μην υφίσταται νόμιμος και βάσιμος λόγος αξιολογήσεως της παραπάνω συμπεριφοράς του, ως άδικης και επιζήμιας για τον ενάγοντα πράξεως και ακόμα χωρίς να προκύπτει σκοπός εξυβρίσεως του ενάγοντος (367 παρ. 2 ΠΚ), εν όψει και της μη αποδοχής και υιοθετήσεως κατά τα προεκτιθέμενα, των καταγγελόμενων σε βάρος του ενάγοντος." 

  Τέλος, σε επόμενο φύλλο της εφημερίδας, ο συντάκτης δημοσίευσε άρθρο με τίτλο με τίτλο "Τέλος το κρυφτό", υπέρτιτλο "Δύο μήνες μετά τις αποκαλύψεις για ..." και υπότιτλο "Οι πολίτες αξιώνουν πειστικές  απαντήσεις", όπου μεταξύ άλλων αναφέρει, κατά ουσιώδες και ενδιαφέρον στην υπόθεση που κρίνεται, τμήμα του: "Στις 17 Ιουλίου η εφημερίδα "..." δημοσίευσε ρεπορτάζ που αφορούσε την ανάμειξη του ... προέδρου της τοπικής επιτροπής ... σε σκάνδαλο οικονομικού περιεχομένου (αξίας 70-100 εκ. δρχ.).  Κατηγορείτο από τη γνωστή Αθηναϊκή εφημερίδα ... ότι χρησιμοποιώντας την κομματική του ιδιότητα κατάφερε να πάρει βεβαίωση μετατροπής χρήσης ακινήτου από κατοικία σε κατάστημα ...". Στη συνέχεια χρησιμοποιεί τον υπότιτλο, "Αντί απαντήσεων επιχείρηση "θόλωμα"" και παρακάτω, κατόπιν υποκειμενικής  αξιολογήσεως όλων των αναφερομένων στο πρόσωπο του ενάγοντος, άρθρων της εφημερίδας "...", εκθέτει: "Τα δημοσιεύματα της εφημερίδας "..." παρουσιάζουν μία σειρά τεκμηρίων, βάσει των οποίων στοιχειοθετείται η ενδεχόμενη εμπλοκή του ... σε προσπάθεια απόκτησης εγγράφου -το οποίο αν δεν ανακαλείτο- θα  δημιουργούσε συνθήκες προσπορισμού παράνομου οφέλους με μεγάλο οικονομικό περιεχόμενο ... Η εφημερίδα "..." κατηγορεί τον ... ότι κατόρθωσε να πάρει έγγραφο αλλαγής χρήσης, χρησιμοποιώντας την ισχύ της κομματικής του ιδιότητας. Αυτή την κατηγορία τη διατυπώνει και στα τρία δημοσιεύματα μέσα σ`  ένα μήνα ...". 

 Το Δικαστήριο αναφέρει: "Με το συγκεκριμένο και τελευταίο αυτό κατά χρονολογική σειρά, αρθρογράφημα, που ενδιαφέρει στην προκειμένη πολιτική δίκη, ο εναγόμενος επιχειρεί μιαν απλή και μόνο καταγραφή που περιοριζόταν αποκλειστικά και μόνο στην ανασκόπηση των προηγούμενων δημοσιευμάτων της αθηναϊκής εφημερίδας "...", σε σχέση με το επίμαχο δηλαδή και παραπάνω εξειδικευόμενο, κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού περιεχομένου, ως ενδιαφέρον προς πληροφόρηση του κοινού ζήτημα, στη συνακόλουθη θεμιτή προσπάθεια εξαγωγής των τελικών  συμπερασμάτων από το αναγνωστικό κοινό. Ο εναγόμενος και με το συγκεκριμένο δημοσίευμα και παρά την εμμονή της εφημερίδας "...", στην κατά τις απόψεις της τεκμηριωμένες σε βάρος του ενάγοντος κατηγορίες, δεν θεωρεί ως δεδομένη την εμπλοκή του τελευταίου, αλλά ως τυχόν ενδεχόμενη, δηλαδή άδηλη και αβέβαιη όσον αφορά στον ίδιο (τον εναγόμενο). Απλώς και εν όψει της εκτάσεως που έλαβε το όλο ζήτημα, επανέλαβε περιληπτικά αυτός πάντως και χωρίς ο ίδιος αυτός να λαμβάνει δική του και αυτόνομη συνάμα θέση, καθόσον αφορούσε τα όσα  κατά τον αμέσως προηγούμενο χρόνο έχουν δημοσιοποιηθεί, με βάση τα  προαναφερόμενα δημοσιεύματα της εφημερίδας"..." και την επιστολή του Ε.Σ., υποβάλλοντας εν τέλει στον ενάγοντα "12 αμείλικτα ερωτήματα", προκειμένου αυτός να διευκρινίσει τη μέχρι τούδε συμπεριφορά του, όπως αυτή συγκεκριμενοποιείται από τις υπάρχουσες μαρτυρίες τρίτων, τα έγγραφα, τις αποφάσεις, τις ενέργειες, αλλά και τις απαντήσεις της δημοτικής και της αστυνομικής Αρχής ..., καθώς επίσης του Πολεοδομικού Γραφείου ..., εν όψει και της απουσίας οποιασδήποτε ειδικής και αιτιολογημένης απαντήσεως του στην προαναφερόμενη αθηναϊκή εφημερίδα εκτός από την από ... γενικόλογα αρνητική της οποιασδήποτε επίμεμπτης συμπεριφοράς του απάντηση του στην εν λόγω εφημερίδα ("..."), η οποία σημειωτέον αποτελεί μέρος του περιεχομένου του ήδη  κρινόμενου δημοσιεύματος της εφημερίδας του εναγόμενου. Επομένως και το προκείμενο και αξιολογούμενο τέταρτο κατά σειρά αρθρογράφημα του εναγόμενου, δεν τυγχάνει εξ αντικειμένου συκοφαντικά δυσφημιστικό, εν όψει του ότι, και με δεδομένο τα όσα είχαν διαδραματισθεί, αυτός δεν διατελούσε σε γνώση της αναλήθειας των καταγγελλομένων σε βάρος του ενάγοντος, γι` αυτό και αναγκάσθηκε να του απευθύνει τα "12 ερωτήματα" και σε κάθε περίπτωση (ο εναγόμενος) δεν γνώριζε και δεν αγνοούσε υπαίτια ότι τα αναφερόμενα στα έγγραφα του Πολεοδομικού Γραφείου ..., όπως επίσης τα υποστηριζόμενα από τον Ε.Σ. και κατ` επέκταση από τον Δ.Κ. και τέλος από την εφημερίδα "...", τα οποία σημειωτέον ως ειδήσεις και πληροφορίες αναδημοσίευσε, αφίστανται της πραγματικότητας ή ήταν παραποιημένα.  Όσον δε αφορά στις λοιπές αξιολογικές κρίσεις και τις συναφείς εκφράσεις  γνώμης του εναγόμενου, που ετύγχαναν εν όψει του περιεχομένου τους,  δυσφημιστικές του προσώπου του ενάγοντος, ως συνδεόμενες αναπόσπαστα με το γεγονός της υπό την προεκτιθέμενη ειδικότερη μορφή συμμετοχής του τελευταίου στην παράνομη λήψη άδειας αλλαγής της χρήσεως του ακινήτου της συζύγου του, εγγράφως διατυπώθηκαν και εκφράσθηκαν στα πλαίσια του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του ιδίου, για την έγκαιρη και πλήρη δημοσιογραφική ενημέρωση, των ... πολιτών και μελών του αντιστοίχου κοινωνικού συνόλου, αναφορικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, του οποίου ο δημόσιος βίος του ενδιέφερε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, την οποία (ενημέρωση) από τον προορισμό της υπηρετεί και εκπληρώνει η εφημερίδα του εναγόμενου, με περαιτέρω συνέπεια,  κατ` εφαρμογή της 367 παρ. 1 περ. δ` ΠΚ, να αίρεται ο άδικος χαρακτήρας της παραπάνω και αποδιδόμενης στον εναγόμενο με την αγωγή, προσβλητικής της προσωπικότητας του ενάγοντος, συμπεριφοράς του, κατά παραδοχή δηλαδή της επίσης νόμιμης και ουσιαστικά βάσιμης όμοιας ενστάσεως του εναγομένου. Άλλωστε, ούτε σκοπός εξυβρίσεως του ενάγοντος, δηλαδή πρόθεση του εναγόμενου, που κατευθύνεται ειδικότερα στην προσβολή της τιμής και της υπολήψεως του πρώτου από την προαναφερόμενη ενέργεια του δεύτερου (367 παρ. 2 ΠΚ) υπάρχει, εν όψει του τρόπου εκφοράς των παραπάνω του τελευταίου, αξιολογικών κρίσεων και συλλογισμών και των σημαντικών για την κοινωνία της ..., από επιχειρηματικής, οικονομικής και πολιτικής απόψεως, προεκτάσεων της  αποδιδόμενης στον ενάγοντα ενέργειας και δράσης, λαμβανομένου επιπρόσθετα υπόψη, ότι οι συνοδευτικοί των παραπάνω κρίσεων, δυσμενείς και επαχθείς για τον ενάγοντα, χαρακτηρισμοί, τυγχάνουν επιτρεπτοί και σύννομοι. Ούτε, τέλος, με τη δημοσίευση του προαναφερόμενου άρθρου, όπως και των προηγούμενων και εν όψει του, κατά τρόπο λεπτομερή, επεξηγηματικό και σαφή, προσδιορισμού του όλου ιστορικού, στο οποίο φέρεται και εμφανίζεται ο ενάγων να εντάσσεται, ο εναγόμενος δημοσιογράφος, ιδιοκτήτης, διευθυντής και εκδότης της εφημερίδας  ..., υπερέβη το από τις προαναφερόμενες περιστάσεις αντικειμενικώς δέον και αναγκαίο μέτρο, το οποίο σημειωτέον ουδόλως προσδιορίζει ούτε και ο ενάγων, με τους αντίστοιχους ουσιώδεις ισχυρισμούς του. [...]"

Έτσι, το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του τοπικού κομματάρχη που ζήτησε να καταδικαστεί το τοπικό μέσο ενημέρωσης το οποίο δημοσιοποίησε τις παρανομίες του.  

1.000 ευρώ αποζημίωση για "πόρτα" σε μπαρ της Θεσσαλονίκης

Σύμφωνα με την απόφαση 23238/2006 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η ιδιοκτήτρια ενός μπαρ στην Θεσσαλονίκη καταδικάστηκε να πληρώσει 1.000 ευρώ αποζημίωση και μέρος των δικαστικών εξόδων του, σε κάποιον που ήθελε να μπει στο μπαρ, μαζί με έναν φίλο του, αλλά δεν του το επέτρεψε ο πορτιέρης. Το γεγονός ότι αυτό έγινε χωρίς εύλογη αιτία (δεν γινόταν κάποια ιδιωτική εκδήλωση στο μπαρ) και ενώ σε άλλους επιτράπηκε να εισέλθουν θεωρήθηκε από το Δικαστήριο παράνομη προσβολή της προσωπικότητας, κρίνοντας την συγκεκριμένη συμπεριφορά του πορτιέρη ως "μειωτική". 

Σάββατο, Μαρτίου 28, 2009

Ε-lawyer στο Blog-In του tvxs.gr με Ν. Μπαρδάκη


Με το Ν. Μπαρδάκη είχαμε μια κουβέντα για τα blogs, την ανωνυμία, την πνευματική ιδιοκτησία στο Διαδίκτυο και το θέμα των κλεμμένων φωτογραφιών, τα δικαστήρια κατά bloggers.

Μπορείτε να την παρακολουθήσετε εδώ

Νομάρχης κατά blogger: άρθρο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Σε άρθρο της Καθημερινής που υπογράφει η κ. Λ.Γιάνναρου παρουσιάστηκε η υπόθεση της αγωγής 150.000 ευρώ ενός Νομάρχη κατά ενός blogger. Για την υπόθεση αναφέρεται ότι "θα δημιουργήσει κρίσιμο δεδικασμένο".  

Ενδιαφέροντα είναι και όσα αναφέρει ο Νομάρχης στην εφημερίδα, αφού φέρεται να υποστηρίζει ότι για την  νομιμότητα της απόλυσης του υπαλλήλου  "έχουν αποφανθεί όλα τα αρμόδια όργανα". Η πληροφορία αυτή είναι ανακριβής, καθώς εξακολουθεί να εκκρεμεί η υπαλληλική προσφυγή που άσκησε ο υπάλληλος - blogger στο Διοικητικό Εφετείο από το 2007, με αίτημα την ακύρωση της απόλυσής του. Το δικαστήριο, ως "αρμόδιο όργανο" δεν έχει ακόμη αποφανθεί για την νομιμότητα της απόλυσης. 

Εντυπωσιακή είναι και η απάντηση του Νομάρχη στην ερώτηση της δημοσιογράφου για την ίδια την άσκηση της αγωγής: "το ίδιο θα κάνατε κι εσείς". Δηλαδή ο Νομάρχης αντιλαμβάνεται τη θέση του και την κριτική για την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων του ως ιδιωτική υπόθεση, "όπως όλοι εσείς οι απλοί πολίτες που θα κάνατε αγωγές". 

Και μάλιστα υπερθεματίζει: "Αν ένας πολίτης, είτε είναι μπλόγκερ είτε δημοσιογράφος είτε... μητροπολίτης, έγραφε ότι ο νομάρχης είναι παράνομος, έτσι θα αντιδρούσα." Δεν έχει αντιληφθεί δηλαδή ότι στο blog  έχει την δυνατότητα να παρέμβει άμεσα και ο ίδιος, λόγο της διαδραστικότητας του μέσου και να δώσει ευθέως την απάντηση στις καταγγελίες. 

Ή έστω  να εκδώσει ένα δελτίο τύπου ή να απαντήσει στα μέσα ενημέρωσης για την σχετική καταγγελία επιλέγει τις αγωγές. Για ποιο λόγο; Επειδή "δεν θέλω ο γιος μου που σπουδάζει σήμερα στην Αγγλία να μπαίνει σε ένα ιστολόγιο και να διαβάζει τέτοια πράγματα για τον πατέρα του". Δηλαδή: τα εν οίκω, εν δήμω.

Τόσο τα ελληνικά δικαστήρια και οι άλλες αρχές όσο και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχουν αποφανθεί ότι τα μέσα ενημέρωσης είναι το watchdog της δημόσιας ζωής. Τα πολιτικά πρόσωπα θα πρέπει να αντιληφθούν ότι υπόκεινται σε δημόσια κριτική και το "αντίδοτο" είναι η δημόσια λογοδοσία, όχι η απόπειρα φίμωσης με εξοντωτικές αγωγές. Ο Νομάρχης αν ήθελε θα μπορούσε να παραθέσεις τις απόψεις του στο εν λόγω blog, αφού πρόκειται για ένα ανοιχτό διαδραστικό μέσο. 

Στο δικό μου blog λ.χ. προσήλθαν ανεμπόδιστα να παραθέσουν τις απόψεις τους κρατικοί λειτουργοί που διαφωνούσαν με τις θέσεις μου (Συνήγορος του Παιδιού, Αντιπρόεδρος της ΕΕΤΤ), γεγονός που αποδεικνύει ότι ανταποκρίνονται στο κάλεσμα για μια δημόσια, κοινωνική λογοδοσία. Εκεί θα κριθούν τα πολιτικά πρόσωπα που ζουν σε μια κοινωνία της Πληροφορίας, όχι στις δικαστικές αίθουσες.  


Διαβάστε επίσης:







Μερικές σκέψεις για τον αντιρατσιστικό Ν.927/1979

Υπάρχει η αντίληψη ότι ο λόγος είναι κάτι διακριτό από τις υπόλοιπες ανθρώπινες πράξεις. Ή μάλλον ότι ο λόγος δεν αποτελεί καν πράξη.  Η διάκριση μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη στην πολιτική ανάλυση ή στην ιστορική έρευνα, στα νομικά όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.

Ο ποινικός κώδικας δίνει έναν ορισμό του εγκλήματος: 

"Έγκλημα είναι πράξη άδικη και καταλογιστή στο δράστη της, η οποία τιμωρείται από το νόμο. Στις διατάξεις των ποινικών νόμων, ο όρος "πράξει" περιλαμβάνει και τις παραλείψεις." [ΠΚ 14]

Ορισμένα από τα πιο γνωστά αδικήματα, αποτελούν "πράξεις", οι οποίες εξωτερικεύονται με την μορφή της έκφρασης, του λόγου. 

Απάτη:

"Όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται [...]" [ΠΚ 386]

Απειλή: 

"Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη τιμωρείται [...]" [ΠΚ. 333]

Ψευδορκία

"Όποιος ως διάδικος σε πολιτική δίκη δίνει εν γνώσει του ψευδή όρκο, τιμωρείται [...]" [ΠΚ 224].

Πλαστογραφία:

"Όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται [...]" [ΠΚ 216]

Αυτά, όπως και πολλά άλλα, είναι ποινικά αδικήματα που τελούνται είτε με γραπτό, είτε με προφορικό λόγο, είτε με χειρονομίες και γενικά με ενέργειες διατύπωσης προτάσεων που απευθύνονται σε άλλους (στα θύματα).  Αν καταλήγαμε στο ότι ο λόγος δεν αποτελεί "πράξη", τότε θα αδυνατούσαμε να δεχθούμε ότι η απάτη είναι ποινικό αδίκημα.

Υπάρχουν βέβαια και τα ειδικότερα εγκλήματα που αφορούν ως έννομο αγαθό την τιμή και την υπόληψη και διενεργούνται αποκλειστικά και μόνο μέσω της έκφρασης: η δυσφήμηση (απλή και συκοφαντική), η εξύβριση, η προσβολή μνήμης νεκρού.

Απλή δυσφήμηση:

"Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται [...]" [ΠΚ 362]

Συκοφαντική δυσφήμηση

"Αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται [...]" [363]

Εξύβριση

"Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363) προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται [...]" [ΠΚ 361]

Δυσφήμηση ανώνυμης εταιρείας

"Όποιος ισχυρίζεται με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για ανώνυμη εταιρεία ορισμένο γεγονός που είναι σχετικό με τις επιχειρήσεις, την οικονομική κατάσταση ή γενικά τις εργασίες της ή με τα πρόσωπα που τη διοικούν ή τη διευθύνουν και που μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρεία και γενικά στης επιχειρήσεις τιμωρείται [...] Δεν τιμωρείται ο κατηγορούμενος αν αποδείξει την αλήθεια του γεγονότος που ισχυρίστηκε ή διέδωσε. Αν ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διέδωσε είναι ψευδές τιμωρείται με φυλάκιση." [ΠΚ 364]

Προσβολή μνήμης νεκρού

"Όποιος προσβάλλει τη μνήμη νεκρού με βάναυση ή κακόβουλη εξύβριση ή με συκοφαντική δυσφήμηση (άρθρο 363) τιμωρείται" [ΠΚ 365]

Αυτά είναι τα ειδικότερα λεγόμενα "εγκλήματα λόγου", τα οποία ισχύουν για πάνω από 50 χρόνια στο ελληνικό ποινικό σύστημα. Και βέβαια ο νόμος περιέχει ειδικές ρήτρες απαλλαγής, όπως όταν διατυπώνεται κριτική για καλλιτεχνικό ή άλλο έργο, όταν υπάρχει "δικαιολογημένο ενδιαφέρον" που επιτρέπει την απλή δυσφήμηση (όχι όμως την συκοφαντική και την εξύβριση), ο ίδιος  ο νόμος λέει ότι αυτά "δεν αποτελούν άδικη πράξη".  

Εκτός από τις ποινικές διατάξεις, υπάρχει επίσης και το αστικό δίκαιο της προστασίας της προσωπικότητας, το οποίο επιστρατεύεται όταν δεν επιδιώκεται απλώς η τιμωρία, αλλά και η αποκατάσταση του θύματος, με την καταβολή λ.χ. αποζημίωσης. Εδώ η βασική διάταξη προβλέπει:

"Όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον [...]" [Αστικός Κώδικας, άρθρο 57]

Πρόκειται ίσως για το πιο πολυχρησιμοποιημένο άρθρο νόμου στις δικαστικές αποφάσεις. 

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι κατ' αρχήν το δίκαιο δεν ανέχεται την προσβολή της τιμής και την προσβολή της προσωπικότητας των πολιτών. Η ελευθερία της έκφρασης δεν περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της την συκοφαντική δυσφήμηση, την εξύβριση, την προσβολή της προσωπικότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, περιλαμβάνει όμως την απλή δυσφήμηση, όταν πρόκειται για ενέργειες δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, όπως η πολιτική κριτική, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και η εξύβριση μπορεί να παραμείνει ατιμώρητη: όταν υπάρχει δικαιολογημένη αγανάκτηση του υβριστή από αμέσως προηγούμενη πράξη του θύματος.  Αυτές οι περιπτώσεις, δεν μπορεί παρά να προϋποθέτουν στάθμιση ανάμεσα σε δύο αντικρουόμενα συμφέροντα, ανάμεσα σε δύο αντίρροπα ανθρώπινα δικαιώματα: αφενός την προστασία της προσωπικότητας του θύματος, αφετέρου την ελευθερία της έκφρασης του δράστη.  Δεν υπάρχει δηλαδή σε γενικό επίπεδο κάποια υπεροχή της ελευθερίας της έκφρασης έναντι της προστασίας της προσωπικότητας, ιδίως ενόψει των παραπάνω ποινικών διατάξεων που γνωρίζουν και συνταγματικό έρεισμα. 

Στη στάθμιση, αναπόφευκτα, γίνεται τελικά και έλεγχος σκοπιμότητας: που αποσκοπούσε ο δράστης; Ήταν άραγε ανεκτή η όποια προσβολή για τις ανάγκες ενός δημόσιου διαλόγου; Εξυπηρετούσε ο δημόσια εκφραζόμενος έναν στόχο ανεκτό σε μία δημοκρατική και πλουραλιστική κοινωνία; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η στάθμιση αυτή προϋποθέτει τελικά μία "δίκη προθέσεων". Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κανόνες και ότι ο κάθε δικαστής αξιολογεί μόνο "κατά συνείδηση" τις προθέσεις. 

Μέσα από δεκαετίες εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων, έχουν διαμορφωθεί άτυποι νομολογιακοί κανόνες, δηλαδή αρχές τις οποίες από παράδοση ακολουθούν τα δικαστήρια, προκειμένου να θέσουν αντικειμενικά κριτήρια για την αξιολόγηση της κάθε περίπτωσης και του κατά πόσον είναι ανεκτή σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι ανάγκες λ.χ. του πολιτικού λόγου και της κριτικής σε μια προεκλογική περίοδο επιτρέπουν υπερβολές και σοκαριστικές δηλώσεις για τους πολιτικούς αντιπάλους, πράγμα που προφανώς είναι ανεκτό. Μια δημόσια καταγγελία για τις παρανομίες σε μια δημόσια υπηρεσία, όταν έχουν εξαντληθεί όλα τα νομικά μέσα και έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά, προφανώς και επιτρέπεται σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπως πρόσφατα κρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην υπόθεση Kudeshkina κατά Ρωσίας. Oι πολιτικές απόψεις στο Διαδίκτυο, όσο αμφιλεγόμενες κι αν είναι, δεν μπορεί να διώκονται ποινικά, όπως δέχθηκε πρόσφατα η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την έγκριση της Έκθεσης Λαμπρινίδη.

Στην τέχνη επίσης, τα πράγματα είναι πιο ελεύθερα. Όχι τόσο ελεύθερα όμως ώστε να μπορείς να πεις σε ένα μυθιστόρημα ότι ο Λεπέν είναι ένας βρυκόλακας που τρέφεται από το αίμα των ίδιων του των οπαδών. Η σχετική αναγραφή στο μυθιστόρημα "Η δίκη του Λεπέν" οδήγησε σε καταδίκη από τα γαλλικά δικαστήρια, ακόμη και της ίδιας της Liberation όπου το αναδημοσίευσε με 100 υπογραφές γάλλων διανοουμένων οι οποίοι δήλωναν ότι "κι εμείς θα το γράφαμε αυτό στα βιβλία μας.  Tελικά ο  Λεπέν δικαιώθηκε πέρσι  στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, με μειοψηφία 4 δικαστών που ήταν αντίθετη και ενός δικαστή (του Κύπριου κ. Λουκαϊδη) που διαχώρισε τη θέση του ζητώντας περίπου μεγαλύτερη προστασία της προσωπικότητας έναντι της ελευθερίας της έκφρασης. 



Τίποτε από αυτά όμως, δεν δικαιολογεί βεβαίως την απάτη, την απειλή, την ψευδορκία και την πλαστογραφία, δηλ. τα ποινικά αδικήματα που εκτέθηκαν παραπάνω. Ούτε την συκοφαντική δυσφήμηση, η οποία παραμένει πράξη  πάντοτε άδικη, ακόμη κι αν υπάρχει "δικαιολογημένη αγανάκτηση" του δράστη (που δικαιολογεί μόνον την εξύβριση). Η συκοφαντική δυσφήμηση παραμένει το ποινικό αδίκημα που βρίσκεται σε αμετακίνητη θέση στο δίκαιο: δεν μπορεί να γίνει σε καμία περίπτωση ανεκτή η διάδοση ψευδών περιστατικών που μπορούν να βλάψουν τρίτον, όταν αυτό γίνεται εν γνώσει του δράστη. 

Ας δούμε τώρα τη θέση που έχει σε αυτό το σύστημα η αντιρατσιστική νομοθεσία.  

Άρθρο 1 Ν.927/1979

1. Οστις δημοσίως, είτε προφορικώς είτε διά του τύπου ή διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου μέσου εκ προθέσεως προτρέπει εις πράξεις ή ενεργείας δυναμένας να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βίαν κατά προσώπων ή ομάδες προσώπων εκ μόνου του λόγου της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής του, τιμωρείται με φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή με χρηματικήν ποινήν ή και δι' αμφοτέρων των ποινών τούτων.

2. Διά των εν παρ. 1 ποινών τιμωρείται και όστις συνιστά ή συμμετέχει εις οργανώσεις, αι οποίαι επιδιώκουν ωργανωμένην προπαγάνδαν ή δραστηριότητας πάσης μορφής τεινούσας εις φυλετικάς διακρίσεις.


Άρθρο 2 Ν.927/1979

Οστις δημοσίως, είτε προφορικώς είτε διά του τύπου ή διά γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου μέσου, εκφράζει ιδέας προσβλητικάς κατά προσώπου ή ομάδος προσώπων λόγω της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής των, τιμωρείται με φυλάκισιν μέχρις ενός έτους ή χρηματικήν ποινήν ή και δι' αμφοτέρων των ποινών τούτων.


Η διαφορά αυτών των διατάξεων σε σχέση με τις γενικές διατάξεις για την ποινική και αστική προστασία της τιμής είναι ότι εγγράφουν στο ίδιο το κείμενο και τον προστατευόμενο σκοπό, δηλαδή δίνουν ένα συγκεκριμένο αντικειμενικό στοιχείο που εξυπηρετεί την στάθμιση των αγαθών "προσωπικότητα"-"ελευθερία έκφρασης". Σε αντίθεση με τις γενικές διατάξεις περί προσωπικότητας, οι διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου έρχονται να προσδιορίσουν δεσμευτικά ότι η φυλετική και η εθνική καταγωγή αποτελεί ένα αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, το οποίο χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και προστασίας από το δικαιϊκό σύστημα.

Οι διατάξεις αυτές βρίσκονται σε εναρμόνιση όχι απλώς με την γενική προστασία της προσωπικότητας, αλλά και με την ειδικότερη συνταγματική αναφορά του άρθρου 5 παρ. 2 του Συντάγματος, κατά το οποίο:

"Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων."


Ο Ν.927/1979 λοιπόν ποινικοποιεί τις πράξεις που απευθύνονται κατά των παραπάνω αγαθών των ευρισκόμενων στην Ελληνική Επικράτεια (προσοχή: όχι μόνο των Ελλήνων πολιτών!): ζωή, τιμή, ελευθερία, όταν οι πράξεις αυτές στρέφονται εναντίον τους λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών: εθνικότητα, φυλή και θρήσκευμα (προστέθηκε αργότερα). 

Υπάρχουν κι άλλοι νόμοι που προστατεύουν από τις παραβιάσεις δικαιωμάτων με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά:

- ο Ν.2472/1997 προστατεύει ως "ευαίσθητα δεδομένα" την φυλετική κι εθνική καταγωγή, τις πολιτικές, θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις, την υγεία, την ερωτική ζωή κλπ. Βασίζεται στην κοινοτική Οδηγία 95/46 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

- ο Ν.3304/2005 για την ίση μεταχείριση στον χώρο της εργασίας δεν επιτρέπει τις διακρίσεις με βάση κριτήρια όπως τα παραπάνω. Βασίζεται στην κοινοτική Οδηγία 2000/78 για την ίση μεταχείρηση στο χώρο της εργασίας.

- ο Ποινικός Κώδικας, στο άρθρο 79 (όπως τροποποιήθηκε το 2008) αναφέρει ότι για κάθε ποινικό αδίκημα "η τέλεση της πράξης από μίσος εθνικό, φυλετικό, θρησκευτικό ή μίσος λόγω διαφορετικού γενετήσιου προσανατολισμού κατά του παθόντος συνιστά επιβαρυντική περίσταση".

Το Δίκαιο, περιλαμβάνοντας ως βασικές του συνιστώσες διαχρονικά και διατοπικά τις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας, δεν θα μπορούσε να ανεχθεί την έννοια της προσβολής αγαθών, όταν η προσβολή αποσκοπεί έμπρακτα στην ίδια την παραβίαση των αρχών της ελευθερίας και της ισότητας. Θα ήταν παράλογο, αν ίσχυε διαφορετικά: το ίδιο το δίκαιο θα υπονόμευε τον εαυτό του.

Αφού αναγνωρίζεται αντικειμενικά και γενικά  ότι η προσβολή της προσωπικότητας αποτελεί πράξη μη ανεκτή από το δίκαιο, τότε η προσβολή της προσωπικότητας για λόγους που ανάγονται σε ένα θεμελιακό στοιχείο της ταυτότητας και του αυτοπροσδιορισμού (όπως η εθνική - φυλετική καταγωγή, το θρήσκευμα, οι πολιτικές πεποιθήσεις και ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου ) δεν μπορεί να είναι ανεκτές από το δίκαιο. Και είναι σαφώς θετικό ότι αυτές οι ειδικές κατηγορίες στοιχείων της προσωπικότητας προσδιορίζονται ρητώς σε νομοθετικό κείμενο, ώστε να μην χρειάζεται η αναζήτησή τους σε νομολογιακούς κανόνες (που δεν είναι και δεσμευτικοί στο δικό μας νομικό σύστημα). 

Στο πεδίο των πολιτικών ιδεών μπορεί βέβαια οποιοσδήποτε να υιοθετεί και να προπαγανδίζει οποιαδήποτε πολιτική στάση επιλέγει: δεν πρόκειται να βρει εμπόδια στον Ν.927/1979, ούτε στην παραπάνω νομοθεσία. Αντιθέτως, προστατεύεται από το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος. Δεν απαγορεύεται στην Ελλάδα να είναι κάποιος σταλινικός ή ναζιστής. Απαγορεύεται να καλεί σε πράξεις βίας εναντίον των πολιτικών του αντιπάλων, απαγορεύεται να στοχοποιεί άτομα ή  ολόκληρες ομάδες πληθυσμού λόγω ενός σωματικού ή πνευματικού τους χαρακτηριστικού. 

Δεν απαγορεύεται να μιλά κανείς με λόγια σκληρά ή απαξιωτικά για τους πολιτικούς του αντιπάλους ή να εκθέτει δημόσια τα συμπεράσματα της προσωπικής του έρευνας και ανάλυσης. Απαγορεύεται να οργανώνεται ή να συμμετέχει σε ομάδες που επιδιώκουν τις φυλετικές διακρίσεις, γιατί αυτό δεν είναι ανεκτό από το ίδιο το Σύνταγμα. Η Πολιτεία θα παρανομούσε αν το επέτρεπε. 

Από εκεί και πέρα, οι ποινές είναι ο τιμοκατάλογος της παρανομίας. Στο μέτρο που δεν υπάρχει προληπτική απαγόρευση κυκλοφορίας ενός έργου (ενέργεια που επιτρέπεται από το Σύνταγμα κατά το άρθρο 14 παρ. 3) δεν μπορεί να γίνει λόγος για λογοκρισία. Λογοκρισία σημαίνει ότι απαγορεύεις στον αναγνώστη να έρθει σε επαφή με το κείμενο που έχει κριθεί προσβλητικό. Άλλο αυτό όμως κι άλλο να καταδικάζεται ο συγγραφέας σε αποζημίωση ή φυλάκιση (που αποτελεί κοινο μυστικό ότι είναι μια συμβολική ποινή που δεν εκτελείται) κι άλλο να έχει απαγορευτεί η κυκλοφορία του ίδιου του έργου. Στην περίπτωση της απαγόρευσης κυκλοφορίας υπάρχει αποκλεισμός των αναγνωστών, ενώ στην περίπτωση της καταδίκης του συγγραφέα υπάρχει μια συμβολική εκ των υστέρων πολιτειακή επίπληξη. 

Έτσι η σχέση του Ν.927/1979 με το γενικό δίκαιο για την προστασία της ελευθερίας και της ισότητας είναι αρμονική στο μέτρο που εξειδικεύει συγκεκριμένους σκοπούς προσβολών εννόμων αγαθών και κατοχυρώνει με ασφάλεια δικαίου την περίπτωση των ειδικών προσβολών προσώπου ή ομάδας λόγω εθνικής-φυλεκτικής καταγωγής και λόγω θρησκεύματος. 

Δεν περιορίζει ο αντιρατσιστικός νόμος την ελευθερία της έκφρασης in abstracto, αφού η προσβολή της τιμής κατ' αρχήν βρίσκεται εκτός του πεδίου εφαρμογής της ελευθερίας της έκφρασης.

Ούτε περιορίζει την πολιτική ελευθερία, αφού η προσβολή εννόμων αγαθών πληθυσμιακών ομάδων λόγω φυλετικών ή πνευματικών τους χαρακτηριστικών δεν αποτελεί στοιχείο πλουραλισμού σε μια δημοκρατική κοινωνία, αλλά αντιθέτως παραβίαση των αρχών της ελευθερίας και της ισότητας. 

Η ανοχή στη διαφορετικότητα είναι ίσως η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ύπαρξη μιας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας. Προκειμένου να διασφαλιστεί αυτό το πολιτειακό περιβάλλον, η  ανοχή αυτή δεν μπορεί παρά να είναι υποχρεωτική για όλους, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι ανοχή σημαίνει αποδοχή.  Έτσι, η επιδίωξη  επιβολής της  "μηδενικής ανοχής" (προσοχή: όχι η απλή θεωρητική και γενική υποστήριξή της) δεν μπορεί να αποτελεί μια συστημικά αποδεκτή "διαφορετικότητα", σε μια δημοκρατική κοινωνία. 


To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...